Skip to main content

Ο Γιάννης Ευσταθιάδης   λογοτέχνης-μουσικοκριτικός-ραδιοφωνικός παραγωγός-γευσιγνώστης-διαφημιστής μοιράζεται μαζί μας σελίδες της ζωής του

Πότε αρχίσατε να γράφετε; Περίπου στα 12-13. Ποιήματα. Στο σπίτι μου, ένα κλασικό αστικό σπίτι, δεν υπήρχε καμία έφεση ούτε για την τέχνη, ούτε για τα γράμματα. Δεν βρήκα βιβλία, εκτός βέβαια από την «Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου»… Κάποιος, δεν μπόρεσα ποτέ να θυμηθώ ποιος, μου χάρισε στα 12 μου χρόνια μια τρίτομη ποιητική ανθολογία του Μιχάλη Περάνθη. Αυτό υπήρξε για ‘μένα ένα μεγάλο δημιουργικό ταρακούνημα. Άρχισα να διαβάζω με μανία ποίηση και πολύ σύντομα άρχισα να γράφω. Στα 14 σύχναζα στον «Κέδρο», όπου γνώρισα το Γιάννη Ρίτσο. Ήταν από τους πρώτους που διάβασαν τα εφηβικά μου ποιήματα. Την ίδια περίοδο άρχισα να διαβάζω Νικηφόρο Βρεττάκο. Προηγήθηκαν δηλαδή αυτοί οι δύο ποιητές του Σεφέρη και του Ελύτη. Και πολύ περισσότερο άργησε η σχέση μου με τον Εγγονόπουλο, που ήταν έρωτας, εκεί γύρω στα 17. Μεγάλο σοκ στη ζωή μου. Γιατί σοκ με τον Εγγονόπουλο; Γιατί καταφέρνει να έχει όλα αυτά τα υπερρεαλιστικά στοιχεία μαζί με μια θέρμη συναισθηματική, η οποία είναι ακαταμάχητη. Σε γεμίζει με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο σε σχέση με άλλους υπερρεαλιστές. Ένα από τα πιο πολύτιμα τεκμήρια της ζωή μου, είναι ένα ηχογραφημένο τηλεφώνημα με τον ποιητή!

 

 

Όμως το όνειρό σας το εφηβικό ήταν να γίνετε δημοσιογράφος… Το πρώτο –το παιδικό– ήταν να γίνω αξιωματικός του ναυτικού. Τώρα πώς από αξιωματικός του ναυτικού πήγα στη δημοσιογραφία… Θυμάμαι στα 12 εξέδιδα μόνος μου χειρόγραφες εφημερίδες, αλλά με πλήρες κασέ: φωτογραφίες, άρθρα, ρεπορτάζ, κείμενο λογοτεχνικό σε συνέχειες… Στο Λεόντειο κάποια στιγμή εξέδωσα ένα φύλο, το οποίο τυπώθηκε κιόλας και μοιράστηκε σε όλες τις τάξεις. Θυμάμαι σαν τώρα λοιπόν ότι ο γυμνασιάρχης με κάλεσε, με κατσάδιασε με έναν φοβερό τρόπο και με απέβαλλε για πέντε μέρες. Γιατί; Τότε υπουργός παιδείας ήταν ο Γρηγόρης Κασιμάτης, αν σας λέει κάτι το όνομα κι εγώ είχα ένα πρωτοσέλιδο άρθρο με τίτλο «Κύριε Κασιμάτη, σας ομιλεί η σημερινή νεολαία μας»

Πηγή: POP Βύρων Κριτζάς