Skip to main content

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ, Λεοντιδέας απόφοιτος 1977. Καθηγητής, Τμήμα Κινηματογράφου, Σχολή Καλών Τεχνών, Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης/ΑΠΘ, Διευθυντής του Εργαστηρίου Τεχνολογίας & Αισθητικής Οπτικοακουστικών
Μέσων/ΕευθυνταΟΜ, https://wethlab. .

Σπουδές Κινηματογράφου (υποτροφία Fulbright), στο American Film Institute, Center for Advanced Film & TV
Studies/AFI-CAFTS, MFA-Cinematography. Πτυχίο Πολιτικών Επιστημών, Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο
Αθήνας/ΕΚΠΑ.

Πώς δίνεις εικόνα και ήχο στον χρόνο, τη φθορά και τη μνήμη; Πώς αποτυπώνεις κοινωνικές «πληγές» του σύγχρονου κόσμου και πως συνομιλείς -χωρίς λέξεις- με άλλα έργα και δημιουργούς που «σφράγισαν» την εξέλιξη της τέχνης σου;
Αυτά τα ερωτήματα δεν κυριαρχούν στην ταινία «Sinfonietta-πόλης, συνομιλία με τον Dziga Vertov» του Δημήτρη Θεοδωρόπουλου, που προβλήθηκε την ερχόμενη Τρίτη 22 Οκτωβρίου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων.
Μία ταινία όπου πρωταγωνιστεί η εικόνα και η μουσική, κλείνοντας συγχρόνως το μάτι στον εμβληματικό σοβιετικό κινηματογραφιστή Dziga Vertov.

Πώς γεννήθηκε η ιδέα της ταινίας;
Το κόνσεπτ έχει να κάνει με μια συνομιλία με τον περίφημο Dziga Vertov, ο οποίος το 1929 γύρισε την ταινία «Ο άνθρωπος με την κινηματογραφική μηχανή», όπου πρωταγωνίστησε ένας κάμεραμαν, ο αδελφός του Μιχαήλ Κάουφμαν. Η ταινία αυτή ήταν επαναστατική για την εποχή της στο επίπεδο της ανάπτυξης της αφήγησης και του τρόπου που μονταρίστηκε το υλικό. Η κεντρική ιδέα ήταν η ιστορία μιας πόλης από το ξημέρωμα μέχρι τη βαθιά νύχτα. Η πόλη αυτή στην πραγµατικότητα ήταν ένα µοντάζ από µατα που είχαν γίνει σε 6-7 πόλεις, µεταξύ των περιστρεφόµενων η Οδησσός, Αγία Πετρούπολη κ.ά. Ωστόσο, η μαγεία του κινηματογράφου έδινε στη θεατή μια αίσθηση ότι ήταν σε μια πόλη, πόλη που δεν υπάρχει.
Η ιδέα λοιπόν ξεκίνησε από εκεί αλλά και σε ένα άλλο επίπεδο: η ταινία του Dziga Vertov γυρίστηκε την τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Μία εποχή όπου υπήρχε ανάπτυξη της τεχνολογίας, υπήρχε η πίστη ότι ο έχει προοδεύσει, εδραιώνονταν ο σοσιαλισμός στη Σοβιετική Ένωση και επικρατούσε η αίσθηση του ανθρώπου ότι όλο το μέλλον είναι μπροστά μέσα. Εγώ, λοιπόν, κλείνοντας το μάτι σε αυτό, θέτω το ερώτημά: Πόσο καλά τα καταφέραμε άραγε 100 χρόνια; Μάλλον όχι και τόσο.
Στην ταινία δεν υπάρχει ο λόγος, δεν υπάρχει η κλασική αφήγηση…
Αυτό δεν είναι πρωτότυπο. Και σε αυτό το σημείο βασίστηκα πάνω στην ταινία του Vertov. Το 1929 όταν παρουσιάστηκε η ταινία του ο κινηματογράφος είχε περάσει στην περίοδο του ομιλούντα. Όµως η συγκεκριµένη ταινία κρατάει τη «γλώσσα» του βωβού κινηµατογράφου καταργώντας, ωστόσο, τους ένθετους τίτλους. Η ταινία του Dziga Vertov συνοδεύονταν κι από ένα μανιφέστο που έλεγε ότι δεν χρειάζονται λόγοι και ότι όλα μπορούν να ειπωθούν με την εικόνα και με τον ρυθμό που θα επιβάλει. Αυτό έκανα κι εγώ. Αυτό βέβαια έχει γίνει ξανά, όπως από τον Godfrey Reggio στην ταινία “Κογιανισκάτσι”. Το ενδιαφέρον με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή χωρίς τη χρήση υποτίτλων, είναι ότι η ταινία δεν μπορεί να μιλήσει πουθενά, σε γλώσσα και αντίληψη…

Το κομμάτι της μνήμης και της φθοράς που θίγεται στην ταινία, τι σημαίνει ταινία για εσάς;                                                                                                                                                              Ο κινηματογράφος είναι καθαρά η τέχνη του χρόνου. Καταγράφει τον χρόνο. Ωστόσο, αυτό είναι δύσκολο και είναι λίγοι οι δημιουργοί που πέτυχαν να κινηματογραφήσουν πρωτότυπα τον χρόνο. Ένας από αυτούς για παράδειγμα είναι ο Hsiao-Hsien Hou που έκανε την ταινία “Millennium Mambo” το 2000. Πιστεύω ότι ο κινηματογράφος έχει να κάνει ακριβώς με το πως μανιπουλάρεις τον χρόνο.

Πρωτοτυπία υπάρχει πια στον κινηματογράφο;  Μπορούµε να µιλήσουµε για καινούρια πράγµατα ή κάθε φορά επανεφευρίσκουµε ό,τι ήδη έχει γίνει;
Η πιο πρωτότυπη περίοδος του κινηματογράφου ήταν η νιότη του, δηλαδή μεταξύ των δεκαετιών ΄20 και ΄30. Εκεί βρέθηκαν όλες οι τεχνικές που έχουν εγκριθεί και τα τρία που συνεχίζουν να αντιγράφουν, έστω κι αν σήμερα με την ψηφιακή τεχνολογία αυτό γίνεται πολύ πιο «βατό» ο τρόπος. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια, είναι ελάχιστοι οι δημιουργοί που πρωτοτύπησαν στην ιστορία του κινηματογράφου, όπως για παράδειγμα οι Dziga Vertov, Γκοντάρ και Όρσον Ουέλς, και πάντα σε αυτούς τους επιστρέφουμε.

Ζούμε σε μια εποχή που η εικόνα είναι πολύ ισχυρή. Είμαστε ως κοινωνία να κατανοήσουμε τις εικόνες που μας κατακλύζουν;
Πρόσφατα είχα πάει σε μια μεγάλη έκθεση με φωτογραφίες από όλο τον κόσμο. Οι περισσότερες εικόνες ήταν ασήμαντες. Όλα είχαν μια κατασκευαστική αρτιότητα αλλά δεν υπήρχε αισθητική και κυρίως σκέψη. Επομένως, υπάρχει ένας καταιγισμός από εικόνες αλλά δεν υπάρχει ουσία. Αυτό δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται παιδεία, ταλέντο και εμβάθυνση στο αντικείμενο. Κάποιος μπορεί βέβαια να μην έχει την παιδεία, αλλά να έχει το ένστικτο του οποίου δεν έχει καλλιεργηθεί σε τέτοιο βαθύ που δεν μπορεί να ξεπεράσει την έλλειψη παιδείας.
Ανησυχείτε για το μέλλον του κινηματογράφου από την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης;
Θα πρέπει να ξεκινήσετε να ξεκαθαρίσετε για ποιον κινηματογράφο μιλάμε. Μιλάμε για το Χολίγουντ ή για τα χειροποίητα παιδιά που κάνω εγώ; Μήπως μιλάμε για τον Λάνθιμο που μπορεί να κάνει χειροποίητο κινηματογράφο αλλά μπορεί να δουλέψει και να τους κανόνες του Χολίγουντ; Όταν μιλάμε λοιπόν για υπερμηχανισμούς όπως του Χόλιγουντ, διαθέτουν δικλίδες ασφαλείας. Υπάρχουν σώματα, υπάρχει ένα προϊόν που το περιφρουρούν όσο πιο καλά γίνεται κ.λπ. Από εκεί και πέρα, για εμάς που ασχολούνται με τον κινηματογράφο με πολύ μεράκι κι ενίοτε και δημηουργική διάθεση, μπορεί να πάρει κανείς το καλύτερο. Μπορεί δηλαδή η νέα τεχνολογία να βοηθήσει την ποιότητα του ήχου; Μπορεί να βοηθήσει την ποιότητα της εικόνας; Θεωρώ πως οτιδήποτε έχει να κάνει με την πρωτότυπη δημηουργία και βασίζεται σε συναρπαστικές ιδέες που έχει πάντα ενδιαφέροντα. Αν αυτές οι συναρπαστικές ιδέες έχουν και λίγη ψηφιακή υποβοήθηση αυτό δεν είναι κακό.