Skip to main content

Ο Πάρις Τακόπουλος ήταν έλληνας ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, «ο μέγας εραστής του θεάτρου και της γλώσσας», όπως τον αποκαλεί ο Γιώργος Μπαμπινιώτης.Ο ίδιος αυτοσυστήνεται ως εξής: «Αν μπορούσα να αυτοσυστηθώ θα με αποκαλούσα, ο Πάρις Τακόπουλος, o μαθητής, μέσω του δασκάλου μου και φίλου Έντι Ντάκγουορθ, του Σαίξπηρ, του Τ. Σ. Έλιοτ, του Σάμιουελ Μπέκετ, και του Τζέιμς Τζόις. Για να με αναγνωρίζετε φορώ στο πέτο μου ένα τριαντάφυλλο, το οποίο και ανανεώνω καθημερινά, μετά την πτώση της Χούντας».

Ο Πάρις Τακόπουλος γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1930 από πατέρα Κωνσταντινοπολίτη με καταγωγή από το Βογατσικό, και μητέρα Αραχωβίτισσα, από τις Καρυές Λακεδαίμονος, το γένος Διαμαντούρου.

Τελείωσε το Δημοτικό στη Σχολή Τυχοπούλου, παρά την πλατεία Αγάμων (νυν Αμερικής) απ’ όπου μεταπήδησε, με τον μεγαλύτερο αδελφό του, Γιώργο, στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων. Εκεί χάρις στον αδελφό Προσπέρ και ιδιαίτερα τον αδελφό Νταμασέν έμαθε ν’ αποστηθίζει Ρακίνα, Κορνήλιο, αλλά και Μολιέρο. Αποφοίτησε το  1948 . Τη μουσική του εκπαίδευση από τα παιδικά του χρόνια είχε αναλάβει περισσότερο ο πατέρας του, ο οποίος ήταν αριστερός ψάλτης στην Αγία Τριάδα της Πόλης, και λιγότερο η σοπράνο μητέρα του, μαθήτρια του Σπύρου Φαραντάτου, που έπαψε να τραγουδάει και να παίζει πιάνο μετά τον γάμο της.

Από το 1946 ο Πάρις Τακόπουλος ανέπτυξε φιλία με τον διπλωμάτη και συγγραφέα Έντι Ντάκγουορθ, που τον μύησε, όχι μόνο στον Σέξπιρ και τον Τ.Σ. Έλιοτ, αλλά και στη σύγχρονη τζαζ και ζωγραφική.

Το 1948 μετέβη για ένα χρόνο στην Αγγλία, όπου μετά από φροντιστηριακές σπουδές πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις που έδωσε στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, στο οποίο όμως δεν φοίτησε ποτέ, γιατί προτίμησε να γυρίσει στην Ελλάδα όσο για να συνεχίσει τη συγγραφική του δουλειά. Από το Λονδίνο έστελνε καλλιτεχνικές ανταποκρίσεις με το ψευδώνυμο Π.Ο.Τ. στην «Ελληνική Δημιουργία».

Το 1950 μπήκε στην Πάντειο και μετά από τριετείς επιτυχείς σπουδές την τελείωσε χωρίς να πάρει δίπλωμα, πρώτον γιατί η στρατιωτική του αναβολή λόγω σπουδών δεν ανανεώθηκε, και δεύτερον γιατί προείχε γι’ αυτόν η συγγραφή του πρώτου μυθιστορήματός του «Κλεινόν Άστυ», πράγμα που πλήγωσε τους γονείς του «περισσότερο απ’ όσο η Ελλάδα τον Σεφέρη», όπως έλεγε.

ως το 1956 υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό, ως σημαιοφόρος στη θέση διερμηνέα – αλληλογράφου του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, στον οποίο πρόσφερε έκτοτε τη βοήθειά του. Παρέμεινε συνεργάτης και φίλος του, ιδιαίτερα τα χρόνια της Επταετίας, μέχρι και την παραμονή της μέρας του θανάτου του, όταν ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος υπέγραψε στο γραφείο του την τελευταία ξένη επιστολή του.

Από το 1950 και μετά εργάστηκε ως αντιπρόσωπος και ασφαλιστικός πράκτωρ, έως το 1963, οπότε του ανετέθη η διεύθυνση μιας επιχείρησης, θέση στην οποία παρέμεινε (σχεδόν ανελλιπώς) έως το 1995. Διετέλεσε επί ένα έτος, από το 1966 έως τον Απρίλιο του 1967, εργαζόμενος καθημερινώς επί δεκαοκταώρου βάσεως, γενικός γραμματέας των «Νέων Ελληνικών», των Ηρακλή και Ρένου Αποστολίδη, όπου κρατούσε και την κριτική στήλη θεάτρου.

Το 1974, μετά την επανέκδοση της «Καθημερινής», του ανατέθηκε η διεύθυνση των καλλιτεχνικών σελίδων της. Στη θέση αυτή έμεινε για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο εκτός από τη συντονιστική εργασία, και καθημερινή συνεργασία, που είχε με το επιτελείο, το οποίο είχε διαλέξει ο ίδιος (Στάθης Δρομάζος, Αλέξης Διαμαντόπουλος, Γιάννης Μπακογιαννόπουλος, Σούλα Αλεξανδροπούλου, Μάρκος Δραγούμης, Καίτη Ρωμανού, Βεατρίκη Σπηλιάδη, Μαρία Πρωτογύρου, Έλλη Σολομωνίδη-Μπαλάνου, Σοφία Ζαραμπούκα και Γιώργος Γκίκας), έγραφε και την καλλιτεχνική αρθρογραφία

Από την καλλιτεχνική διεύθυνση της «Καθημερινής» αποχώρησε, για «να μπορέσει ως Πάρις να παραμείνει φίλος της Ελένης και του εαυτού του». Κατά την περίοδο εκείνη συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και το Θέατρο Τέχνης, στο Διοικητικό Συμβούλιο του οποίου ήταν μέλος.

Το 1974 γνωρίστηκε με τον Γκράχαμ Γκριν και τον αδελφό του σερ Χιου, του οποίου υπήρξε μάρτυρας στον τελευταίο του γάμο. Από το 1974 κράτησε τη θέση του κριτικού θεάτρου στα «Πολιτικά Θέματα» του Κώστα Κύρκου. Εκεί έγραψε, τα πρώτα έτη, και τα «Αντιακαδημαϊκά» του, με την υπογραφή «Λέων».

Η ίδρυση του «Νέου Θεάτρου» και η γνωριμία με τον Χάρολντ Πίντερ

Το 1992 ίδρυσε, μαζί με τον Βασίλη Παπαβασιλείου, τον Μέντη Μποσταντζόγλου, τον Γιώργο Διαλεγμένο, τον Δημήτρη Μυταρά και τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, το «Νέο Θέατρο». Σκοπός αυτού του Θεάτρου ήταν η προώθηση του ελληνικού λόγου και καθετί νέου στο θέατρο απ’ όλη την Ελλάδα. Η δουλειά του «Νέου Θεάτρου» και των συνεργατών του παρουσιάστηκε επί δύο χρόνια στο Θέατρο Κολλεγίου, στο Αμερικανικό Κολλέγιο απ’ όπου ξεκίνησε την προσπάθεια και τους αγώνες του ο Κάρολος Κουν.

Το 2000 γνωρίστηκε με τον Χάρολντ Πίντερ, με τον οποίο τον ένωνε όχι μόνο το κοινό έτος γέννησης και των δύο, και το θέατρο, αλλά και μια κοινή διαμαρτυρία κατά ενός διαφόρου θεάτρου του παραλόγου, των Τζορτζ Μπους τζούνιορ και Τόνι Μπλερ.

Τα θεατρικά του Πάρι Τακόπουλου

Τα θεατρικά του έργα έχουν δημοσιευτεί σε δύο ογκώδεις τόμους το 2002, και το 2018 σε επανέκδοσή τους, από τα «Ελληνικά Γράμματα», στη σειρά «Τα Θεατρικά» του Δημήτρη Τσατσούλη.

Έκτοτε ξαναέγραψε την «Εννάτη», μια κλωνοποιημένη θεατροποίηση της δικής του «Ενάτης Εντολής» η οποία παρουσιάστηκε από τη Μάγια Λυμπεροπούλου στην Πειραματική Σκηνή του Στάθη Λιβαθινού στο Εθνικό Θέατρο και «πρωτοέγραψε» το «Θου Κύριε Φυλακήν», μία τρίπρακτη θεατρική πρόκληση με 16 γυναίκες και 4 άντρες, τον Φρανσουά Βιγιόν, τον Καραβάτζιο, τον Μαρκήσιο ντε Σαντ και τον Ζαν Ζενέ, που έχουν περάσει όλες και όλοι, μέρος από τη ζωή τους στη φυλακή. (Το «Θου Κύριε Φυλακήν» είναι γραμμένο σε στίχο).

Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/3281

© SanSimera.gr

Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/3281

© SanSimera.gr

 

Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/3281

© SanSimera.gr

Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/3281

© SanSimera.gr

Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/3281